Σε μία από τις αλλεπάλληλες ομιλίες του, που λειτουργούν σαν υποκατάστατο της πολιτικής πράξης, ο πρωθυπουργός Γ. Α. Παπανδρέου απεφάνθη ότι «η Ελλάδα έχει θαρραλέο λαό». Παρότι αυτού του είδους οι έπαινοι, όταν προέρχονται από πολιτικούς, δεν είναι πλήρως απαλλαγμένοι από υστεροβουλία, ενώ επιπλέον εμφανίζουν τους ίδιους τους άρχοντες μιας χώρας σαν εξωτερικούς και αποστασιοποιημένους παρατηρητές της, ας δεχτούμε τη διαβεβαίωσή του· τα καλά του λόγια, έστω και ελάχιστα ωφέλιμα σε μια περίοδο που ο βαθμός της αυτοεκτίμησής μας δεν βρίσκεται στα ύψη, είναι σαν να ανταποκρίνονται στο «καλό κουράγιο» που μας ευχήθηκε ο κ. Ολι Ρεν, σαν να διαβεβαιώνουν αυτόν πια και όχι εμάς ότι δεν μας λείπει το σθένος για ν’ αντέξουμε τη δύσκολη μοίρα μας, που σίγουρα δεν την αποφασίσαμε εμείς.
Το κατά Παπανδρέου «θάρρος του ελληνικού λαού» συνδυάζεται αμέσως και υποχρεωτικά με τον «πόλεμο» στον οποίο μας καλεί να συμμετάσχουμε με προθυμία και γενναιοφροσύνη. Μόνο που, για να αποβεί το θάρρος αποτελεσματικό και να μη δαπανηθεί με τρόπο αδιέξοδο, πρέπει και ο «πόλεμος» αυτός να προσδιοριστεί σαφώς και όσοι έτυχε να στρατηγούν να φανούν έστω εις μικρόν γενναίοι. Και δυστυχώς, μέχρι στιγμής, καλούμαστε να ξιφουλκήσουμε εναντίον των «κερδοσκόπων» έτσι γενικώς και αορίστως (χωρίς καν να εξηγηθεί αν ανάμεσά τους εντοπίζονται και Ελληνες, «Εφιάλτες», «Πηλιογούσηδες» ή απλώς «επενδυτές» που κυκλοφορούν με τη στολή του «ευπατρίδη») και να στρέψουμε μαζικά τα πυρά μας κατά των «αγορών», επίσης γενικώς και αορίστως. Ανάλογη ασάφεια διέπει και τον προσδιορισμό των συμμάχων μας σε αυτόν τον υπέρ πάντων αγώνα: είναι συμπολεμιστές μας, λόγου χάρη, οι Γάλλοι ή απλώς ενδιαφέρονται για την προώθηση των μιράζ τους; Και οι Γερμανοί, με τους οποίους συνανήκουμε στην ίδια μεγάλη εταιρεία, την ευρωπαϊκή, στη δική μας παράταξη συναθροίζονται ή στων πολεμίων, με κύρια έγνοια τους να πάρουμε επιτέλους το υποβρύχιό τους που γέρνει και, πιθανόν, να το δωρίσουμε στην πόλη της Πίζας, να ζευγαρώσει τα παράδοξα καυχήματά της;
Για να μην είμαστε ωστόσο άδικοι, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι το θάρρος δεν λείπει από τους στρατηγούντες. Ναι, χρειάζεται τεράστιο θάρρος για να παρασταίνεις σαν φιλολαϊκή τη σκέψη να υπερφορολογείται εφεξής η αποζημίωση των απολυομένων, να συνθλίβεις δηλαδή τους ήδη συνθλιμμένους. Χρειάζεται υπέρμετρο θάρρος για να υποστηρίζεις πως εγκαινιάζεις τη φορολογική δικαιοσύνη όταν και τα αδήλωτα και πιθανόν μαύρα εισοδήματα αφήνεις άθικτα και τις οφ σορ απείραχτες και τα κραυγαλέα τεκμήρια πλούτου (βίλες, σκάφη, πισίνες) τα μετράς περίπου σαν τεκμήρια ασκητικού βίου. Χρειάζεται αρκετός κυνισμός για να συγχέεις το θάρρος με το θράσος. Και όπως φαίνεται υπάρχει.